Athens/gr
Η Αθήνα είναι η πρωτεύουσα της Ελλάδας από το 1834 και η μεγαλύτερη και πιο πυκνοκατοικημένη πόλη της χώρας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.,[2] ο μόνιμος πληθυσμός της Αθήνας και του Δήμου Αθηναίων ανέρχεται σε 637.798 κατοίκους, και ο μόνιμος πληθυσμός του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Αθήνας ανέρχεται σε 3.059.764 κατοίκους.[α] Πήρε το όνομά της από τη θεά Αθηνά. Βρίσκεται στην Αττική, στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, και είναι από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου, με την καταγεγραμμένη ιστορία της να φθάνει έως το 3200 π.Χ.[3]
Η Αρχαία Αθήνα, αρχικά οικισμός πάνω στην Ακρόπολη, εξελίχθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. σε μία πανίσχυρη πόλη–κράτος, που αναπτύχθηκε παράλληλα με το λιμάνι της, το οποίο αρχικά ήταν το Φάληρο και αργότερα ο Πειραιάς. Υπήρξε μέχρι τον 6ο αιώνα, το σημαντικότερο κέντρο των τεχνών, της γνώσης και της φιλοσοφίας, έδρα της Ακαδημίας Πλάτωνος και του Λυκείου του Αριστοτέλη. Αναφέρεται ευρέως ως γενέτειρα της δημοκρατίας. Συχνά η αρχαία Αθήνα, όπως και γενικότερα η Ελλάδα εκείνης της εποχής,[4][5] χαρακτηρίζεται «λίκνο του δυτικού πολιτισμού».
Η σύγχρονη Αθήνα είναι το κέντρο της οικονομικής, βιομηχανικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής της Ελλάδας. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, η Ευρύτερη Αστική Περιοχή ή Μητροπολιτική Περιοχή της Αθήνας (ο μόνιμος πληθυσμός της ανέρχεται σε 3.622.246 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021), είναι η 6η πολυπληθέστερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τον πληθυσμό της να εκτιμάται το 2004 στους 4.013.368 κατοίκους.
Το Πολεοδομικό Συγκρότημα Αθηνών - Πειραιώς, δηλαδή η περιοχή της Αθήνας, του Πειραιά και των προαστίων τους, έχει μόνιμο πληθυσμό 3.190.154 κατοίκων.[2] Η περιοχή του ανήκει διοικητικά σε πέντε περιφερειακές ενότητες της Περιφέρειας Αττικής: Κεντρικού Τομέα Αθηνών, Βορείου Τομέα Αθηνών, Νοτίου Τομέα Αθηνών, Δυτικού Τομέα Αθηνών και την Περιφερειακή Ενότητα Πειραιώς. Το κέντρο των Αθηνών βρίσκεται στον Δήμο Αθηναίων και του Πειραιά στον Δήμο Πειραιά. Ο Πειραιάς, ιστορικά γνωστός ως το «επίνειο των Αθηνών», είναι το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας. Τα κέντρα των δύο πόλεων απέχουν εννέα χιλιόμετρα και παλαιότερα ο Πειραιάς χωριζόταν από την Αθήνα από άκτιστες εκτάσεις, αλλά σήμερα, μετά από τη μεγάλη οικιστική ανάπτυξη της περιοχής τον 19ο και 20ό αιώνα, ο Πειραιάς έχει ενωθεί πολεοδομικά με την Αθήνα.
Η κληρονομιά της κλασικής εποχής είναι ακόμη φανερή στην πόλη, εκπροσωπούμενη από αρχαία μνημεία και έργα τέχνης, με γνωστότερο όλων τον Παρθενώνα, που θεωρείται εμβληματικό μνημείο του αρχαίου δυτικού πολιτισμού. Στην πόλη διατηρούνται ακόμη ρωμαϊκά και βυζαντινά μνημεία, καθώς και μικρός αριθμός οθωμανικών μνημείων, ενώ στον ιστορικό της πυρήνα υπάρχουν στοιχεία που αποτυπώνουν την ιστορική συνέχεια της πόλης.[εκκρεμεί παραπομπή] Στην Αθήνα βρίσκονται δύο Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, η Ακρόπολη και η μεσαιωνική Μονή Δαφνίου.
Αξιοθέατα της νεότερης εποχής, χρονολογούμενα από την καθιέρωση της Αθήνας ως πρωτεύουσας του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους το 1834, περιλαμβάνουν τη Βουλή των Ελλήνων (19ος αιώνας), την Τριλογία, ένα σύνολο τριών κτηρίων: η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Πανεπιστήμιο και η Ακαδημία και πολλά ακόμα κτήρια, τα περισσότερα δωρεές εθνικών ευεργετών. Η Αθήνα φιλοξένησε τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1896 και 108 χρόνια αργότερα διοργάνωσε τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Στην Αθήνα βρίσκονται το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή στον κόσμο αρχαίων ελληνικών αρχαιοτήτων, καθώς και το νέο Μουσείο Ακρόπολης.
Στην Αρχαία Ελλάδα η πόλη αναφερόταν στον πληθυντικό αριθμό: «Ἀθῆναι» καθώς αποτελούσε συνοικισμό των διάσπαρτων δήμων της Αττικής, τους οποίους σύμφωνα με τον μύθο συνένωσε ο βασιλιάς Θησέας. Τον 19ο αιώνα το όνομα αυτό επανήλθε, ως το επίσημο όνομα της πόλης. Το 1979, με την εγκατάλειψη της καθαρεύουσας, το όνομα «Αθήνα» καθιερώθηκε ως το επίσημο. Εν τούτοις, συχνή παραμένει η χρήση του πληθυντικού στη γενική πτώση: Αθηνών, ιδίως στον γραπτό λόγο ή σε ονομασίες ιδρυμάτων, όπως η Ακαδημία Αθηνών.
Πολιούχος της Αθήνας είναι ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.
Γεωγραφία
Το Πολεοδομικό Συγκρότημα Αθηνών[6] απλώνεται στο Λεκανοπέδιο Αττικής, το οποίο περικλείεται από πέντε βουνά: το Όρος Αιγάλεω και το Ποικίλο Όρος στα δυτικά, την Πάρνηθα στα βορειοδυτικά, το Πεντελικό Όρος στα βορειοανατολικά και τον Υμηττό στα ανατολικά. Η Πάρνηθα, με μέγιστο υψόμετρο 1.413 μέτρων, είναι το ψηλότερο από τα βουνά, ενώ μεγάλο μέρος της έκτασής της έχει ανακηρυχθεί Εθνικός δρυμός. Ο Σαρωνικός κόλπος οριοθετεί την Αθήνα στα νότια.
Η Αθήνα είναι χτισμένη γύρω από αρκετούς λόφους. Ο Λυκαβηττός είναι ένας από τους ψηλότερους λόφους της κυρίως πόλης και προσφέρει θέα ολόκληρου του Λεκανοπέδιου. Η γεωμορφολογία της Αθήνας θεωρείται ως μια από τις πιο ιδιαίτερες στον κόσμο, λόγω των βουνών της, που προκαλούν ένα φαινόμενο θερμοκρασιακής αναστροφής, που σε συνδυασμό με τις δυσκολίες των ελληνικών κυβερνήσεων να ελέγξουν την εκπομπή ρύπων, ευθύνεται για τα προβλήματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης που αντιμετωπίζει η πόλη. Αυτό το ζήτημα δεν εμφανίζεται μόνο στην Αθήνα. Για παράδειγμα το Λος Άντζελες και η Πόλη του Μεξικού υποφέρουν από παρόμοια προβλήματα γεωμορφολογικής αναστροφής.
Ο Κηφισός, ο Ιλισός και ο Ηριδανός είναι οι ιστορικοί ποταμοί της Αθήνας. Το μεγαλύτερο τμήμα της κοίτης τους έχει καλυφθεί από συγκοινωνιακά έργα (Κηφισός: Εθνική Οδός Αθηνών - Λαμίας, Ιλισός: Μιχαλακοπούλου - Καλλιρρόης) συμβάλλοντας στην υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος του Λεκανοπεδίου.
Ετυμολογία
Το όνομα της πόλης της Αθήνας, προέρχεται από την προστάτιδα θεά Αθηνά. Αυτό είναι και ένα ακόμη στοιχείο της αρχαιότητας της πόλης μιας και παραπέμπει ευθέως σε μητριαρχικές κοινωνίες. Σε παλαιότερα ελληνικά, όπως μαρτυρείται και στα Ομηρικά Έπη, το όνομα της πόλης ήταν στον ενικό ως Ἀθήνη και αργότερα μετατράπηκε στον πληθυντικό ως Ἀθῆναι όμοια με άλλες πόλεις όπως τις Θήβες (Θῆβαι) και τις Μυκήνες (Μυκῆναι). Κατά τον Μεσαίωνα το όνομα αποδόθηκε στην καθομιλουμένη στον ενικό αν και λόγω του συντηρητισμού του γραπτού λόγου και του γλωσσικού ζητήματος η επίσημη ονομασία παρέμεινε ως Ἀθῆναι μέχρι την κατάργηση της καθαρεύουσας.
Παλαιότερα, είχαν προταθεί άλλες ετυμολογήσεις από λόγιους του 19ου αιώνα. Ο Κρίστιαν Λόμπεκ πρότεινε ως ρίζα του ονόματος τη λέξη ἄθος ή ἄνθος για να δηλώσει την Αθήνα ως πόλη ανθούσα. Μετέφρασε ακόμη την πόλη στα λατινικά ως Florentia. Ο Λούντβιχ Ντεντερλάιν πρότεινε ως ρίζα το επικό ρήμα θάω (θέμα θη–), δηλαδή θηλάζω, που δηλώνει ότι η Αθήνα έχει εύφορη γη.[16]
Κατά τη μυθολογία λέγεται ότι η πόλη έχει το όνομα της θεάς Αθηνάς, μετά από τον αγώνα της με τον θεό της θάλασσας Ποσειδώνα για να αναδειχθεί το καλύτερο δώρο, που είχε καθένας για την πόλη. Συγκεκριμένα ο πρώτος βασιλιάς της Αθήνας Κέκροπας, ο οποίος ήταν μισός άνθρωπος και μισός φίδι, έπρεπε να αποφασίσει ποιος θα ήταν ο προστάτης της πόλης. Οι δύο θεοί, Ποσειδώνας και Αθηνά, θα έκαναν από ένα δώρο στον Κέκροπα και όποιος έκανε το καλύτερο, αυτός θα γινόταν προστάτης. Εμφανίστηκαν και οι δύο μπροστά στον Κέκροπα και πρώτος ο Ποσειδώνας χτύπησε την τρίαινά του στο έδαφος και εμφανίστηκε ένα ρυάκι με γάργαρο νερό. Μετά η Αθηνά χτύπησε το δόρυ της στο έδαφος και εμφανίστηκε μια μικρή ελιά. Ο Κέκροπας παραξενεύτηκε αλλά και εντυπωσιάστηκε από το δώρο της Αθηνάς και αποφάσισε να διαλέξει το δώρο της και αυτήν ως προστάτιδα της πόλης. Έτσι πήρε η Αθήνα το όνομά της. Όμως, ο Ποσειδώνας, θυμωμένος με τον Κέκροπα, καταράστηκε την Αθήνα να μην έχει ποτέ αρκετό νερό. Έτσι από τότε ξεκίνησε το πρόβλημα της λειψυδρίας που ταλαιπωρούσε την Αθήνα.
Ιστορία
Η ίδρυση της Αθήνας χάνεται στην αχλή του μύθου, καθώς είναι γενικά αποδεκτό ότι προϋπήρχε της Μυκηναϊκής Εποχής. Είναι γνωστό ότι πράγματι υπήρχαν προϊστορικά πορίσματα στην Αττική, αλλά από πότε ακριβώς πρωτοχρησιμοποιήθηκε για ένα τουλάχιστον από αυτά το όνομα «Αθήνα» είναι άγνωστο.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, στον Τίμαιο, Αιγύπτιοι ιερείς της Ίσιδος αποκάλυψαν στον Σόλωνα που τους επισκέφτηκε ότι σύμφωνα με τα αρχεία τους, υπήρχε πόλη ακμάζουσα με το όνομα «Αθήνα» πριν από το 9600 π.Χ. Φυσικά η ακρίβεια της αναφοράς αμφισβητείται, όπως και ο υπολογισμός του έτους.
Πρώτος βασιλιάς της πόλης, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Κέκροπας, από τον οποίο ονομάστηκε το τμήμα κείμενο μεταξύ της Ακρόπολης, των Αχαρνών και της Ελευσίνας «Κεκροπία».
Ο μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου φανερώνει την ύπαρξη σχέσης υποτέλειας της Αθήνας προς τη Μινωική Κρήτη, μετά τον θάνατο του γιου του Μίνωα, του Ανδρόγεω. Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, βασιλιάς των Αθηνών μέχρι τον θάνατό του, οπότε και πέρασε ο θρόνος στον γιο του τον Θησέα. Τον θρόνο αμφισβήτησαν οι Παλλαντίδες γιοι του Πάλλαντος, αδελφού του Αιγέα, αλλά σφαγιάστηκαν από τον Θησέα, ο οποίος παρέμεινε βασιλιάς και κέρδισε ξανά την εύνοια των πολιτών του.
Κατά την εποχή του Τρωικού Πολέμου, η Αθήνα πήρε το μέρος των Μυκηνών, επιστρατεύοντας κατά της Τροίας με επικεφαλής τον Μενεσθέα σημαντική στρατιωτική και ναυτική δύναμη 50 πλοίων όπως αναφέρεται στον κατάλογο πλοίων που αναφέρεται στην Ιλιάδα.[17] Τα γεγονότα αυτά κατατάσσουν την Αθήνα, που καταλάμβανε τότε την Αττική, χωρίς τη Μεγαρίδα (που υπαγόταν στη Σαλαμίνα), και τον Ωρωπό (που ανήκε στη Βοιωτία), σε μια πολύ σημαντική ελληνική πόλη[εκκρεμεί παραπομπή]. Λειτουργούσαν όμως ήδη από το 3000 π.Χ. τα μεταλλεία Λαυρίου[εκκρεμεί παραπομπή] παρέχοντας στην πόλη μόλυβδο και άργυρο (αργότερα την Εποχή του Σιδήρου και σίδηρο). Η παραγωγή κεραμικών, λαδιού, μελιού και κρασιού, καθώς και μαρμάρου από την Πεντέλη, σε συνδυασμό με την εμπορική δραστηριότητα, σηματοδοτούν μια οικονομικά ακμάζουσα πόλη.
Η Αθήνα διέφυγε πάντως την καταστροφή ή υποδούλωση από την Κάθοδο των Δωριέων. Σύμφωνα, με τον μύθο, οι Δωριείς ρώτησαν το μαντείο των Δελφών για το αν μπορούν να κατακτήσουν την Αθήνα. Το μαντείο τους απάντησε, ότι θα την κατακτήσουν, μόνο αν δεν σκοτώσουν τον βασιλιά της, τον Κόδρο. Ο Κόδρος, όταν έμαθε για αυτό τον χρησμό ντύθηκε σαν χωριάτης και βγήκε από την πόλη. Εκεί, αφού συνάντησε στρατιώτες από το αντίπαλο στρατόπεδο, σκότωσε τον έναν, και ο ένας άλλος στρατιώτης αντιδρώντας, και μη γνωρίζοντας την πραγματική του ταυτότητα, τον σκότωσε. Όταν οι Αθηναίοι ζήτησαν τη σορό του βασιλιά τους, οι Δωριείς φοβήθηκαν και αποσύρθηκαν από την περιοχή της Αθήνας, κρατώντας μόνο τα Μέγαρα.
Το 632 π.Χ., ο ολυμπιονίκης Κύλων θέλησε να γίνει τύραννος της Αθήνας. Κατέλαβε την Ακρόπολη αλλά ο Αλκμεωνίδης Μεγακλής, αντέδρασε και πολιόρκησε την Ακρόπολη, αναγκάζοντας τον ίδιο και τον αδελφό του να καταφύγουν στα Μέγαρα ενώ οι οπαδοί του, ικέτες στους βωμούς. Σύμφωνα, με αυτό το έθιμο οποίος καταφύγει ικέτης στους βωμούς, θεωρείται προστατευόμενος των θεών, έτσι κανένας δεν έχει το δικαίωμα να τους πειράξει. Οι οπαδοί του Μεγακλή, όμως, τους σκότωσαν παραβιάζοντας αυτό το έθιμο, με αποτέλεσμα οι Αλκμεωνίδες να εξοριστούν από την Αθήνα. Επέστρεψαν με τη γενική αμνηστία του Σόλωνα.
Κατά την παράδοση, πρώτος νομοθέτης της πόλης ήταν ο Δράκων, ο οποίος θέσπισε το 621 π.Χ., τους Δρακόντειους Νόμους, γραμμένους σε μαρμάρινες πλάκες. Κατά την παράδοση, οι νόμοι ήταν τόσο αυστηροί, που ο όρος «Δρακόντεια μέτρα» δήλωνε μέτρα αμείλικτα και σκληρά, ακόμα και σήμερα. Τη νομοθεσία του Δράκοντα διαδέχθηκαν οι νόμοι του Σόλωνα. Βασικότεροι όλων ήταν η «Σεισάχθεια», δηλαδή η κατάργηση της υποδούλωσης ελεύθερων πολιτών για χρέη, και ο αναδασμός της γης.
Από το 561 π.Χ. μέχρι το 527 π.Χ., η Αθήνα κυβερνιόνταν, ανά διαστήματα, από τον Πεισίστρατο. Έκανε πολλά έργα για την Αθήνα και τίμησε την ιδιαίτερη του πατρίδα, τη Βραυρώνα. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι ο Πεισίστρατος έθεσε τις βάσεις για το μελλοντικό μεγαλείο της Κλασικής Αθήνας. Μετά τον θάνατο του, η εξουσία πέρασε στα χέρια του Ιππία και του Ιππάρχου. Ο δεύτερος δολοφονήθηκε το 514 π.Χ., και ο πρώτος ανατράπηκε, με τη βοήθεια της Σπάρτης, το 510 π.Χ.
Το 508 π.Χ., ο Κλεισθένης, ως μεταρρυθμιστής των Αθηνών από το γένος των Αλκμεωνιδών, εφάρμοσε την ισονομία και την ισοπολιτεία, καταργώντας τις παλαιές φυλές και ιδρύοντας τεχνητές, με ονόματα που προέρχονται από τον τοπικό ήρωα της κάθε περιοχής. Χώρισε δε την αττική γη στο άστυ, τη μεσογαία και την παράλια χώρα, κατανέμοντας ισάριθμα τον πληθυσμό της κάθε φυλής σε δήμους κι από τις τρεις ζώνες, ενώ παράλληλα νομοθέτησε υπέρ της ποινής του οστρακισμού. Έτσι, γεννήθηκε η Δημοκρατία.
Η Αθήνα έστειλε βοήθεια 20 πλοίων (4.000 άνδρες) κατά την Ιωνική Επανάσταση (499 - 493). Αυτό αποτέλεσε την αφορμή για τις Περσικές Εκστρατείες κατά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η Αθήνα απέκρουσε με επιτυχία, μαζί με τις Πλαταιές, τη δεύτερη εκστρατεία του Δάτη και του Αρταφέρνη, κατά την οποία ήταν ο κύριος περσικός αντικειμενικός στόχος. Η πόλη παρέταξε 10.000 οπλίτες στη μάχη του Μαραθώνα με αρχηγό τον Μιλτιάδη. Κατά την εκστρατεία του Ξέρξη η πόλη παρέταξε 8.000 οπλίτες στη μάχη των Πλαταιών με αρχηγό τον Αριστείδη και 200 τριήρεις, στη ναυμαχία της Σαλαμίνας με αρχηγό τον Θεμιστοκλή.
Το 478/477 π.Χ., ιδρύθηκε η Αθηναϊκή συμμαχία, με έδρα το ιερό νησί της Δήλου.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο γιος του Μιλτιάδη, ο Κίμων κατάφερε να εξορίσει τον Θεμιστοκλή και να γίνει ηγέτης της Αθήνας. Χάρη στη στρατιωτική του ιδιοφυΐα, κατάφερε να επεκτείνει τη συμμαχία αλλά ο ίδιος εξορίστηκε από τον Περικλή το 461 π.Χ.
Ο πολιτικός Περικλής πήρε την ηγεσία της Αθήνας και αφαίρεσε από τον, ολιγαρχικών αποκλίσεων, Άρειο Πάγο την εποπτεία για τη διοίκηση και τους υπαλλήλους και την ανέθεσε στη Βουλή των Πεντακοσίων. Η πολιτική του Περικλή εδραίωσε την αθηναϊκή ηγεμονία, που πρακτικά άρχισε λίγο νωρίτερα με τον Κίμωνα, που συνέχισε τον πόλεμο με την Περσική Αυτοκρατορία μετά την απόσυρση των Σπαρτιατών από αυτόν. Με δική του πρωτοβουλία χτίστηκε ο Παρθενώνας και, δικαίως, η εποχή του ονομάστηκε «Χρυσός αιώνας του Περικλή», αν και κράτησε μόνο 32 χρόνια.
Το 431 π.Χ. εισέβαλαν οι Σπαρτιάτες στην Αττική και κατέστρεψαν την ύπαιθρο χώρα, ξεκινώντας τον οδυνηρό Πελοποννησιακό πόλεμο.
Το 430 π.Χ., ξέσπασε ο λοιμός των Αθηνών που αφάνισε το 1/3 (ή τα 2/3) του πληθυσμού της Αθήνας και, ανάμεσα σε αυτούς, και τον Περικλή, με αποτέλεσμα η πόλη να πέσει θύμα των δημαγωγών, των οποίων η πολιτική αποδειχθεί καταστροφική, όχι μόνο για την Αθήνα, αλλά για ολόκληρη την Ελλάδα. Κατά τη μέγιστη στρατιωτική της ισχύ η Αθήνα επέτασσε (χωρίς να συνυπολογίζονται ξένοι μισθοφόροι) 14.000 οπλίτες, 2.000 τοξότες, 1.000 ιππείς, 400 ιπποτοξότες και 470 τριήρεις. Με βάση τα δεδομένα αυτά και ανάλογους υπολογισμούς υπολογίζεται συνολικός πληθυσμός της τάξης των 400.000 ψυχών[εκκρεμεί παραπομπή] (συνυπολογίζοντας γυναίκες, λογικό αριθμό ανηλίκων, μετοίκους, ξένους και δούλους) κατά την Κλασική εποχή. Η Αθήνα, μετά από 27 χρόνια, έχασε τελικά τον πόλεμο.
Το 395 π.Χ., ξέσπασε ο Κορινθιακός πόλεμος που διήρκεσε μέχρι το 387 π.Χ. Ο Κόνων, με τη βοήθεια των Περσών συγκρότησε νέο ναυτικό και ανοικοδόμησε τα Μακρά τείχη και τα τείχη του Πειραιά που είχαν κατεδαφιστεί το 404 π.Χ.
Το 377 π.Χ., ιδρύθηκε η Β' Αθηναϊκή συμμαχία, αλλά διαλύθηκε το 355 π.Χ. Στο μεταξύ, μια νέα ανερχόμενη δύναμη έκανε την εμφάνιση της, η Μακεδονία, η οποία, μετά τη Μάχη της Χαιρώνειας, κατόρθωσε να επιβάλλει την ηγεμονία της σε όλη την Ελλάδα (πλην της Σπάρτης).
Δημογραφία
Η Μυκηναϊκή Αθήνα (1.600 - 1.100 π.Χ.) μπορεί να είχε φτάσει το μέγεθος της Τίρυνθας. Αυτό οριοθετεί τον πληθυσμό στην τάξη των 10 ως 15 χιλιάδων. Κατά τη Γεωμετρική εποχή, το 1.000 π.Χ., ο πληθυσμός της Αθήνας ήταν μέχρι 4.000 άνθρωποι. Το 700 π.Χ. ο πληθυσμός είχε αυξηθεί στις 10.000. Το 500 π.Χ. το κράτος της Αθήνας είχε πιθανόν 200.000 ανθρώπους. Και την κλασική περίοδο το 431 π.Χ. εμφάνιζε ένα πληθυσμό με διαφορετικές εκτιμήσεις που κυμαίνονταν από 150.000 ως 350.000 και μέχρι 610.000 σύμφωνα με τον Θουκυδίδη. Όταν ο Δημήτριος ο Φαληρεύς διενέργησε απογραφή πληθυσμού το 317 π.Χ. ο πληθυσμός ήταν 21.000 ελεύθεροι πολίτες, 10.000 σύμμαχοι έποικοι και 400.000 δούλοι, δηλαδή συνολικά 431.000 στη μείζονα Αθήνα.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.,[2] ο Δήμος Αθηναίων έχει μόνιμο πληθυσμό 643.452 κατοίκων, ενώ μαζί με τις τέσσερις Περιφερειακές Ενότητες (Κεντρικού Τομέα Αθηνών, Βορείου Τομέα Αθηνών, Δυτικού Τομέα Αθηνών, Νοτίου Τομέα Αθηνών) έχει μόνιμο πληθυσμό 2.611.713 κατοίκων. Μαζί με την Περιφερειακή Ενότητα Πειραιώς αποτελούν το Πολεοδομικό Συγκρότημα Αθήνας με μόνιμο πληθυσμό 3.059.764 κατοίκων.
Η αρχαία πόλη της Αθήνας είχε το κέντρο της στο βραχώδη λόφο της Ακρόπολης. Το λιμάνι του Πειραιά ήταν ξεχωριστή πόλη, αλλά σήμερα έχει απορροφηθεί στο Πολεοδομικό Συγκρότημα Αθήνας. Η γρήγορη επέκταση της πόλης, που συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, ξεκίνησε τις δεκαετίες του 1950 και 1960, λόγω της μετεξέλιξης της Ελλάδας από αγροτική σε βιομηχανική χώρα. Η επέκταση σήμερα είναι ιδιαίτερα προς τα Ανατολικά και τα Βορειοανατολικά (μια τάση που σχετίζεται πολύ με το νέο Διεθνές Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» και την Αττική Οδό, τον αυτοκινητόδρομο που διασχίζει την Αττική). Με αυτή τη διαδικασία η Αθήνα έχει ενσωματώσει πολλά πρώην προάστια και χωριά στην Αττική και συνεχίζει να το κάνει. Ο παρακάτω πίνακας δείχνει την ιστορία του πληθυσμού της Αθήνας τα νεότερα χρόνια.
Διοίκηση
Τοπική Αυτοδιοίκηση
Το δημαρχείο Αθηνών στην πλατεία Κοτζιά. Η σύγχρονη πόλη της Αθήνας αποτελείται από τη συνένωση πολλών μικρότερων πόλεων και χωριών που επεκτάθηκαν για να συνθέσουν μία μεγάλη ενιαία πόλη· η επέκταση αυτή συνέβη τον 20ό αιώνα. Το πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας αποτελείται από 35 δήμους, ο μεγαλύτερος των οποίων είναι ο Δήμος Αθηναίων.
Όταν αναφερόμαστε στην Αθήνα, αναφερόμαστε συνήθως στην Αθήνα με τα προάστια ή αλλιώς «μείζονα περιοχή της Αθήνας», ενώ ορισμένες φορές αναφερόμαστε στο Δήμο Αθηναίων ή στο «κέντρο της Αθήνας». Κάθε δήμος της μείζονος περιοχής της Αθήνας είναι αυτοδιοικούμενος από τον Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο.
Η Ντόρα Μπακογιάννη εκλέχθηκε Δήμαρχος Αθηναίων τον Οκτώβριο του 2002. Ήταν η πρώτη γυναίκα δήμαρχος της πόλης. Μετά την αποχώρησή της τον Φεβρουάριο του 2006, λόγω ανάληψης του Υπουργείου Εξωτερικών, δήμαρχος ανέλαβε έπειτα από εκλογές στο Δημοτικό Συμβούλιο ο Θεόδωρος Μπεχράκης. Στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου του 2006 εκλέχθηκε Δήμαρχος Αθηναίων ο Νικήτας Κακλαμάνης από τον πρώτο γύρο. Στις επόμενες εκλογές, τον Νοέμβριο του 2010, η δημαρχία της πόλης πέρασε στον Γεώργιο Καμίνη. Από την 1η Σεπτεμβρίου 2019, δήμαρχος Αθηναίων είναι ο Κώστας Μπακογιάννης.
Με την εφαρμογή της νέας διοικητικής διαίρεσης της χώρας κατά το Πρόγραμμα «Καλλικράτης» το 2011 και σύμφωνα με το άρθρο 1 § 5.1. Β αυτού, ουδεμία μεταβολή επήλθε στο Δήμο Αθηναίων εκτός της μετονομασίας των δημοτικών διαμερισμάτων σε δημοτικές κοινότητες.
Δημοτικές κοινότητες Δήμου Αθηναίων Κύριο λήμμα: Δήμος Αθηναίων
Δημοτικές κοινότητες. Ο Δήμος Αθηναίων χωρίζεται σήμερα διοικητικά σε επτά δημοτικές κοινότητες (πρώην διαμερίσματα), σύμφωνα με το άρθρο 2 § 4 του Προγράμματος «Καλλικράτης», οι οποίες αριθμούνται σε 1η, 2η, 3η, 4η, 5η, 6η και 7η:
Η 1η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει το κέντρο των Αθηνών με το λεγόμενο εμπορικό τρίγωνο (πλατεία Συντάγματος, Κολωνάκι, Ιλίσια, Εξάρχεια, Ομόνοια, Μοναστηράκι, Πλάκα, Κουκάκι). Η 2η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις νοτιοανατολικές συνοικίες (Νέος Κόσμος, Παναθηναϊκό Στάδιο, Παγκράτι). Η 3η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις νοτιοδυτικές συνοικίες (Βοτανικός, Πετράλωνα, Κεραμεικός, Θησείο). Η 4η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις δυτικές συνοικίες (Κολωνός, Ακαδημία Πλάτωνος, Σεπόλια μέχρι Κάτω Πατήσια). Η 5η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις βορειοδυτικές συνοικίες (Κάτω Πατήσια μέχρι Προμπονά). Η 6η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις βορειοκεντρικές συνοικίες (Πλατεία Αττικής, Πλατεία Αμερικής, Κυψέλη). Η 7η δημοτική κοινότητα περιλαμβάνει τις βορειοανατολικές συνοικίες (Αμπελόκηποι, Γκύζη, Πολύγωνο, Πανόρμου, Ερυθρός Σταυρός, Γουδί, Ελληνορώσων). Σε όλες τις παραπάνω δημοτικές κοινότητες συγκροτούνται κοινοτικά συμβούλια και υφίστανται επιμέρους δημοτικές υπηρεσίες.
Κεντρικός Τομέας Αθηνών
Κεντρικός Τομέας Αθηνών. Κύρια λήμματα: Περιφερειακή Ενότητα Κεντρικού Τομέα Αθηνών, Περιφερειακή Ενότητα Βορείου Τομέα Αθηνών, Περιφερειακή Ενότητα Νοτίου Τομέα Αθηνών και Περιφερειακή Ενότητα Δυτικού Τομέα Αθηνών Ο Κεντρικός Τομέας Αθηνών απαρτίζεται από το Δήμο Αθηναίων στην καρδιά του αστικού ιστού και τους περιφερειακούς δήμους Ζωγράφου, Βύρωνα, Καισαριανής, Ηλιούπολης, Δάφνης-Υμηττού, Νέας Φιλαδέλφειας - Νέας Χαλκηδόνας και Γαλατσίου και αποτελεί τμήμα του πολεοδομικού συγκροτήματος Αθηνών - Πειραιώς.
Ο πληθυσμός της περιφερειακής ενότητας Κεντρικού Τομέα Αθηνών ανέρχεται σε 1.029.520 κατοίκους και η πυκνότητα πληθυσμού της σε 11.796,14 κάτοικοι ανά τ.χλμ. Η έκτασή της είναι 87,3 τ.χλμ.